- μελάνια
- μελάνιαfestival of Dionysusneut nom/voc/acc plμελάνιονinkneut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μελανία — μελανίᾱ , μελανία blackness fem nom/voc/acc dual μελανίᾱ , μελανία blackness fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μελανιά — και μελανία, η (ΑM μελανία) μαύρο στίγμα από μελάνι, μαύρη κηλίδα νεοελλ. 1. μελανότητα τού δέρματος, ιδίως από πίεση ή χτύπημα, μελάνιασμα 2. (στον τ. μελανία) α) ο μελανιάς β) ζωολ. γένος προσωβράγχιων γαστεροπόδων τών γλυκών νερών μσν. αρχ.… … Dictionary of Greek
μελανίᾳ — μελανίαι , μελανία blackness fem nom/voc pl μελανίᾱͅ , μελανία blackness fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μελανιά — η 1. κηλίδα από μελάνη: Τα έγγραφα ήταν γεμάτα μελανιές. 2. μαύρο σημάδι στο δέρμα από χτύπημα ή άλλη παθολογική αιτία: Έπεσα από τη σκάλα και γέμισα στα πόδια μελανιές … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
μελανίας — μελανίᾱς , μελανία blackness fem acc pl μελανίᾱς , μελανία blackness fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μελανίαι — μελανία blackness fem nom/voc pl μελανίᾱͅ , μελανία blackness fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μελανίαν — μελανίᾱν , μελανία blackness fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μελανιῶν — μελανία blackness fem gen pl μελανίζω to be black fut part act masc nom sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μελανίων — μελάνια festival of Dionysus neut gen pl μελάνιον ink neut gen pl μελαίνω blacken fut part act masc nom sg (doric) μελανέω pres part act masc nom sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ρουφίνος Τυράννιος — (345 – 410). Λατίνος εκκλησιαστικός συγγραφέας. Αρχικά ήταν φίλος του Ιερώνυμου, αλλά αργότερα έγινε άσπονδος εχθρός του. Μαζί με την αριστοκρατικής καταγωγής ρωμαία Μελάνη ή Μελανία, ταξίδεψε στην Αίγυπτο και στην Παλαιστίνη, όπου χειροτονήθηκε… … Dictionary of Greek